Αυτές τις μέρες έχω καρφωμένο στο μυαλό μου εκείνο το τραγουδάκι που μας
μαθαίνανε μικρά στις κατασκηνώσεις “είμαστε ειρηνικοί άνθρωποι και δεν μας
αρέσει να φωνάζουμε”, και που το τραγουδούσαμε ανεβάζοντας τον τόνο της
φωνής μέχρι που τελικά ξεφωνίζαμε. Ήμασταν πιτσιρίκια αλλά ήδη
καταλαβαίναμε *πως το να είναι κάποιος ειρηνικός άνθρωπος και το να φωνάζει
είναι κάτι απόλυτα συμβατό*. Στην τελική, είναι συμβατό το να φωνάζεις και
να μην σ’αρέσει να το κάνεις. Και καταλαβαίναμε πως υπήρχε μια διαφορά
ανάμεσα στο να είσαι ειρηνικός και το να βρίσκεσαι ανυπεράσπιστος. Ή
ανάμεσα στο να είσαι ειρηνικός και το να είσαι πειθήνιος, και να σιωπάς.
Αυτές τις αποχρώσεις, που, κοίτα να δεις, φαίνεται πως χάνουμε όταν
φτάνουμε στην ενηλικίωση.
Κάθε φορά που λέμε πως “ο καταλανικός λαός είναι από τη φύση του ειρηνικός”
διαπράτουμε ένα μικρό -ακούσιο;- έγκλημα. Αφενός, επειδή, αν διαβεβαιώνουμε
πως ένας οποιοσδήποτε λαός είναι ειρηνικός, μάλλον σε κάποιο νοητικό
συρταράκι μας έχουμε φυλαγμένη την ιδέα πως υπάρχουν βίαιοι λαοί. Και η
επόμενη εικόνα που μας έρχεται στο μυαλό, είναι σίγουρα ρατσιστική. Αλλά,
εκτός από το ότι αυτή η ουσιοκρατική ιδέα για τους λαούς είναι επικίνδυνη, *το
φαντασιακό μιας ειδυλλιακής, βουκολικής Καταλονίας είναι μια πρόσφατη και
ιδιοτελής εφεύρεση, *απόγονος κατά βάση της Μεταπολίτευσης, που έχει
ηθελημένα σβήσει σταδιακά την εργατική μνήμη και την αναρχική μνήμη από το
συλλογικό φαντασιακό. Στην Καταλονία έχουν υπάρξει τα πάντα: βόμβες στην
Όπερα, ο δολοφόνος του Τρότσκι, η Τραγική Εβδομάδα (1909, με τη μεγάλη
απεργία που κατέστειλε βίαια η κυβέρνηση, με πάνω από 100 νεκρούς), καθώς
και ιστορικές απεργίες όπως της Siemens και Elsa στην μητροπολιτική περιοχή
της Βαρκελώνης τις δεκαετίες του 60 και του 70, τον 20ο αιώνα, των οποίων
-παρεμπιπτόντως- ηγήθηκαν οι τσαρνέγος (ισπανοί εσωτερικοί μετανάστες στην
Καταλονία), επιτρέψτε μου την σημείωση, γιατί φαίνεται πως το μόνο που
έχουμε συνεισφέρει στον τόπο είναι η κακή προφορά μας στα καταλανικά…
Η Καταλονία, λοιπόν, έχει υπάρξει πάντα αρκετά ανυπότακτη κι αυτό θα έπρεπε
να μας γεμίζει περηφάνια. Από την άλλη, ο φεμινισμός -που τον αναφέρουμε
συχνά αλλά τον γνωρίζουμε ελάχιστα- μας έχει μάθει πως *η βία δεν είναι
μόνο μια γροθιά, αλλά μια σειρά πραγμάτων που τοποθετούνται σε διαφορετικά
και ταυτόχρονα πλαίσια, *και κυρίως πως δεν είναι το ίδιο η βίαιη επίθεση
και η άμυνα, και πως έχουμε το δικαίωμα να αμυνόμαστε.
‘Ετσι, *τα οδοφράγματα δεν μπορούν να ερμηνευτούν με απομονωμένο ή
κομπλεξαρισμένο τρόπο. *Δεν έχουμε ανάγκη να έρθουν κάποιοι απ’έξω για να
ανάψουν φωτιές, έλεος πια! Οι καταλανοί και οι καταλανές ξέρουμε να το
κάνουμε μια χαρά. Υπάρχει μια θηριώδης κρατική βία στην αστυνομική δράση,
και επιπλέον υπάρχει μια πρόσθετη συμβολική βία στο γεγονός ότι η
καταλανική αστυνομία επιτίθεται ενάντια στους ανθρώπους. Τους “δικούς της”
ανθρώπους. Υπάρχει βία στον τύπο, συμβολική και δομική, όταν θέτουν εκτός
νόμου τις διαδηλώσεις, τα επεισόδια, τη νεολαία (και μέσω δηλώσεων
πολιτικών διαφόρων κομμάτων), και μια τεράστια λίστα αδικιών και προσβολών,
που συμπεριλαμβάνει, νομίζω και μια απογοήτευση για το σύστημα, που δεν
μπορούμε να αγνοήσουμε έτσι εύκολα.
Δεν ξέρω αν το κάψιμο κάδων απορριμάτων είναι κάτι στρατηγικά καλό. Αλλά
πιστεύω πως *οι άνθρωποι στην Καταλονία έχουν φερθεί πολύ καλά, έχουν
υπακούσει για πολύ καιρό τους πολιτικούς-στρατηγούς της χώρας και η
απογοήτευση είναι πολύ μεγάλη.
*Επίσης πιστεύω πως έχουμε πια κουραστεί, εγώ τουλάχιστον, από την ντόπια
χαζομελοδραματική επικοινωνιακή πολιτική,
από το να παίζουν με ουσιοκρατικές ταυτότητες, με το ρομαντικό του
πράγματος, αντί να μιλήσουν καθαρά και να πούνε: κοιτάξτε, στρατηγικά αυτό
το πράγμα δεν μας βοηθάει! Προσωπικά, δεν μπορώ να δω άλλα καλέσματα για
κινητοποιήσεις γεμάτα emoticons και φράσεις τύπου “Η περιπέτεια ξεκινάει!”.
Μπορεί να φταίω εγώ, αλλά δεν μπορώ.
Η αίσθησή μου αυτές τις μέρες είναι πως η *Καταλονία της Αναγέννησης,
*με τα ποιητικά φεστιβάλ και την παραδοσιακή ισπανόφιλη αστική τάξη, με τα
τυποποιημένα σωστά καταλανικά, το ρατσισμό και τον φιλοευρωπαϊσμό της *βρέθηκε
αντιμέτωπη με την άγρια Καταλονία του εργατικού κινήματος και των κυριών*,
εκείνων των γυναικών που λέμε θείτσες και που όταν λένε “φτάνει”, σημαίνει
“φτάνει, μέχρι εδώ”. Αυτή την Καταλονία που αγαπάω πολύ.
Και που νόμιζα πως την είχαν συντρίψει, αλλά όχι: κι εγώ την είχα υποτιμήσει.
****
ΠΡΟΣΕΧΩΣ – θα επανεκδοθεί σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων η μπροσούρα μας
Μοβ σειρά 1: #Occupy Love – Δίκτυα αισθημάτων και επαναστάσεις
Ευτοπική Βιβλιοθήκη |